Ο’ ΤΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ υπέστη ο νεότερος Ελληνισμός ήταν η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Συμπληρώνεται φέτος 2022 εκατονταετία.
Τα Εκατόχρονα της μέγιστης και φρικτότερης ήττας μας.
Η οποία όμως δεν στάθηκε ικανή για να «βάλουμε μυαλό» εγκαίρως οι ‘Ελληνες και Ελληνίδες.
Έστι άμυαλοι, αδίδακτοι από τα φρικτά παθήματά μας του Εικοσιδυό, διαπράξαμε και υποστήκαμε τον καταστροφικό Εμφύλιο του 1943-1949 πρώτα και την Καταστροφή της Κύπρου το 1974.
Μάθαμε ότι ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει ένα καινούργιο βιβλίο.
Τίτλος «Μικρασιατική Καταστροφή – 50 ερωτήματα και απαντήσεις» από τις εκδόσεις Πατάκη, με συγγραφείς τον Άγγελο Συρίγο και τον Ευάνθη Χατζηβασιλείου.
Διαβάσαμε και ένα κείμενο «προδημοσίευσης» στην αθηναϊκή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ η οποία θα πρέπει να αισθάνεται η ίδια, ως αιωνόβια εφημερίδα, μετά από 100 χρόνια, και ασήκωτες προγονικές ενοχές για το άρθρο «Οίκαδε» του επικεφαλής της, τότε, Γεωργίου Α. Βλάχου 14ης Αυγούστου 1922, εκ των φανατικότερων αντιβενιζελικών στον πρωταίτιο Εθνικό Διχασμό.
ΣΗΜΕΡΑ δημοσιεύουμε δύο κείμενα:- Δικό μας πρόσφατο άρθρο στην «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» 9ης Ιανουαρίου 2022 με τον τίτλο «Από το Εικοσιένα μας στο Εικοσιδυό μας».
- Την προδημοσίευση στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» για το βιβλίο των Συρίγου και Χατζηβασιλείου.
Από το Εικοσιένα στο Εικοσιδυό μας...
Ε Κ Α Τ Ο Ν χρόνια φέτος από τη Μικρασιατική μας Καταστροφή του 1922. Το «μας» αναγκαίο για τον προσδιορισμό της εθνικής ταυτότητας των όπου γης Ελληνίδων και Ελλήνων, του σύνολου Ελληνισμού, εντός και εκτός κρατικών ορίων προς τους οποίους απευθύνεται η αρθρογραφία μας. Του Ελληνισμού του οποίου αποκόπηκε βίαια και τρομακτικά πριν 100 χρόνια ο ένας απ’ τους δύο πνεύμονες του, ο μικρασιατικός.
- Πώς και γιατί το 1922 αποτύχαμε να έχουμε την «Μεγάλη Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» που μόλις την είχαμε εξασφαλίσει στα χαρτιά με τη Συνθήκη των Σερβών του 1920; Ως συνέχεια της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισσίων του 1919, μετά την λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918). Στις νικήτριες δυνάμεις του οποίου συγκαταλεγόταν και η Ελλάς μ’ επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Και στις ηττημένες δυνάμεις, η υπό διάλυση Οθωμανική Τουρκία του Μεχμέτ Βαχιντεντίν 36ου και τελευταίου σουλτάνου της.
- Πώς και γιατί ηττήθηκε το 1922 και ετάφη η Μεγάλη Ιδέα που ζωογόνα την έτρεφε αδιάκοπα ως όραμα ο Ελληνισμός μετά τον Απελευθερωτικό Αγώνα του 1821 και τους νικηφόρους Απελευθερωτικούς Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913; Δυό μόλις βήματα το 1920 πριν από την επίτευξη της Μεγάλης Ιδέας;
- Πώς και γιατί το 1922 χάσαμε τη Σμύρνη, την Φιλαδέλφεια, το Αϊδίνιο, το Αϊβαλί, την Προύσα, τη Νίκαια, την Κίο στην Ιωνία, την Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησιές, τη Ραιδεστό, την Κωνσταντινούπολη στην Ανατολική Θράκη, την Σαμψούντα, την Κερασούντα, τη Σινώπη, την Αμισό, την Αμάσεια, την Τραπεζούντα, τη Ριζούντα στον Πόντο;
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ μας είναι - πολύ ισχυρός και κοπιωδώς μελετημένος – ότι:
ΕΑΝ ο Ελληνισμός μελετούσε εγκαίρως, χωρίς προκαταλήψεις και φατριαστικές - κομματικές παρωπίδες, με όλη την αυτοκριτική αυστηρότητα και διορθωτική αποφασιστικότητα, την μέγιστη εθνική τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής μας του 1922, και τα πραγματικά της αίτια, και φρόντιζε να διδαχθεί από τα παθήματα ώστε να μην επιτρέπει την επανάληψη των προς αποφυγήν παραδειγμάτων του ολέθριου παρελθόντος, δεν θα καταντούσαμε το 1974 στην Κυπριακή Καταστροφή.
- Και αυτό είναι, φρονούμε, το σημαντικότερο από χίλια-μύρια άλλα νήματα που συνδέουν έκτοτε τη Μικρασία μας με την Κύπρο μας.
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΑΜΕ ήδη το 2021 με τη μνημόνευση, κατά τη διάρκειά του, των 200χρονων της εθνικής μας υπερηφάνειας για την Επανάσταση του 1821. Υποδεχόμαστε και το 2022 με την αναγκαία μνημόνευση των 100χρονων της εθνικής μας ντροπής για την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Δηλαδή:
- ΑΠΟ τον Εθνικό Ύμνο που έγραψε ο Διονύσιος Σολωμός («Ύμνος εις την Ελευθερίαν») για το 1821, με μουσουργό τον Νικόλαο Μάντζαρο,
- ΣΤΟΝ Εθνικό Θρήνο που έγραψε ο Νίκος Γκάτσος («Μάνα μου Ελλάς») για το 1922, με μουσουργό τον Σταύρο Ξαρχάκο.
Από τον Ύμνο στον Θρήνο. Οι οποίοι, αμφότεροι, συνοδεύουν ανεξίτηλα τη συνείδηση του έθνους. Θριαμβευτικά ο πρώτος, άκρως τραυματικά ο δεύτερος. Στην ζώσα μνήμη και ψυχοσύνθεση των Ελληνίδων και των Ελλήνων όλων έκτοτε των διαδοχικών γενεών. Και από το 1821 και από το 1922 ως τις μέρες μας.
ΠΟΛΥ χρήσιμη είναι, φρονούμε, για το έθνος η βαθύτερη και νηφάλια μελέτη της ιστορίας των δύο κορυφαίων ιστορικών περιόδων. Για την άντληση διδαγμάτων σπουδαίας σημασίας για το εκάστοτε σήμερα και το αύριο του Ελληνισμού.
- Χρήσιμη όλως ιδιαιτέρως για τις κατευθύνσεις και τις επιλογές της πολιτικής του πορείας.
- Και, συνεπώς, για τα σημαντικότερα κριτήρια με τα οποία το εκάστοτε εκλογικό σώμα επιλέγει τους ηγέτες του στην Αθήνα και στη Λευκωσία.
- Όχι μόνο επειδή και το 1821 και το 1922 και το 1974 κύριος αντίπαλος υπήρξε ο ίδιος που και σήμερα απειλεί, ως Ερντογανική πλέον Τουρτζιά, τον Ελληνισμό και αμφότερα τα κράτη μας Ελλάδα και Κύπρο.
ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ αυτής, μία από τις πιο σπουδαίες ίσως πτυχές, η οποία δύναται και προσφέρεται ώστε προπάντων να φωτίζει εναργέστερα τα ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ, είναι το κεφάλαιο εκείνων των αιτίων που παρήγαγαν τις χειρότερες εθνικές αποτυχίες. Και το οποίο δεν περιορίζεται και δεν εξαντλείται στο 1821 και το 1922, αλλά - δυστυχώς για το έθνος - το έχει υποστεί ο Ελληνισμός και σε πολλές άλλες περιπτώσεις μέχρι και πενήντα δύο χρόνια μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, το 1974 στην Κυπριακή Καταστροφή.
1η ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί περισσότερο έβλαψε και έθεσε σε θανάσιμο κίνδυνο την Επανάστασή μας του 1821, ώστε να ρημάξει τον Μοριά εισβάλλοντας από τον Φεβρουάριο του 1825 ο Οθωμανός αντιβασιλέας της Αιγύπτου Ιμπραήμ Πασάς με 17.000 Τουρκο-Αιγυπτιακά στρατεύματα και Γάλλους επικεφαλής αξιωματικούς;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δύο εμφυλίους πολέμους είχαμε ήδη διαπράξει εκεί οι Έλληνες, από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο και από τον Νοέμβριο έως τον Δεκέμβριο 1924, ώστε ο Ιμπραήμ Πασάς να βρει αφύλακτο το «Πέντε Μίλι» εκείνης της εποχής και να αποβιβαστεί ανενόχλητος στη Μεθώνη 24 Φεβρουαρίου 1825...
2η ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια ήταν τα βαθύτερα αίτια της Μικρασιατικής Καταστροφής τον Αύγουστο του 1922, με την ήττα της νικηφόρας από το 1919 Ελληνικής μικρασιατικής στρατιάς, την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της Μικρασίας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο Εθνικός Διχασμός από το 1915 μεταξύ Βασιλικών Κωνσταντινικών από τη μια και Βενιζελικών από την άλλη.
3η ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί μετά την τελειωτική νίκη κατά του Ναζισμού και του Φασισμού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 1939-1945, μεταξύ των νικητριών δυνάμεων και η Ελλάς, δεν κατόρθωσε η Αθήνα να διεκδικήσει και να ενσωματώσει στο ελλα-δικό μας κράτος την Βόρειο Ήπειρο και την Κύπρο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Διότι «φροντίσαμε» ήδη από τα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης 1943-1944 οι Έλληνες να αποδυθούμε σε αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ Εθνικοφρόνων και Κομμουνιστών με ολεθριότερο επιστέγασμα τον Εμφύλιο Πόλεμο 1946-1949.
4η ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς καταντήσαμε την 20η Ιουλίου 1974 να αποβιβαστεί ανενόχλητος ο τουρκικός Αττίλας στο Πέντε Μίλι της Κερύνειας μας και να έχει σκλαβωμένα έκτοτε τα βόρεια ελληνικά εδάφη της Κύπρου;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τα εμφύλια εν Κύπρω πάθη μεταξύ Γριβικών και Μακαριακών και το αδελφοκτόνο πραξικόπημα που εκτόξευσε 15η Ιουλίου 1974 η χουντική δικτατορία των Αθηνών.
ΚΟΙΝΟΣ παρονομαστής σε αυτό το διαχρονικό κεφάλαιο της εθνικής μας ιστορίας, τα Εμφύλια Πάθη. Ο Εμφύλιος Πόλεμος. Ο Εμφύλιος Διχασμός. Η Εμφύλια Διχόνοια.
ΤΡΑΓΙΚΟΤΕΡΟ συμπέρασμα από τη μελέτη αυτού ειδικά του κεφαλαίου, η διαπίστωση ότι: Ενώ από την αρχαιότητά μας η Ιστορία δίδασκε την ολεθριότητα των εμφυλίων πολέμων και τα επιμέρους αίτιά τους - ιδίως με την επιστημοσύνη του Θουκυδίδη (Γ-82) από τα Κερκυραϊκά του 427 προ Χριστού - οι έκτοτε απόγονοι μέχρι και το 1974 μετά Χριστόν, αποδειχθήκαμε ανεπίδεκτοι μαθήσεως.
ΣΤΑ 100ΧΡΟΝΑ του Εθνικού μας Θρήνου για την Μικρασιατική Καταστροφή που υπέστη το έθνος το 1922, μπορούμε τώρα τουλάχιστον με ανακούφιση να λογαριάζουμε άκρως ενθαρρυντικό ευτύχημα για τον Ελληνισμό του 2022 ότι, δεν απειλείται τα τελευταία 48 έτη από εμφυλιοπολεμικούς υποτροπιασμούς.
ΑΠΑΛΛΑΓΜΕΝΟΣ από αυτήν την φρικτή προγονική εμφύλια πανούκλα αυτοκαταστροφής, έχει πλέον την ευχέρεια να αναζητήσει και να κρίνει τους πιο άξιους, πρόθυμους και ικανούς ηγέτες που «κόφκει ο νους τους» ώστε, σε οριστικό επιτέλους διαζύγιο από τα Φοβικά Σύνδρομα του 1922 και τα Ηττημένα Μυαλά του 1974, να επιτύχουν την πιο ραγδαία και αποφασιστική ενδυνάμωση όλων των εσωτερικών και εξωτερικών συντελεστών ισχύος, αμφοτέρων των κρατών του Ελληνισμού για τη διασφάλιση του παρόντος και την αποτελεσματικότερη διεκδίκηση του μέλλοντος.
Λάζ.Α.Μαύρος 9.1.2022
Προδημοσίευση του βιβλίου
«Μικρασιατική Καταστροφή: 50 ερωτήματα και απαντήσεις»,
των Αγγ. Συρίγου και Ευ. Χατζηβασιλείου
·
Το βιβλίο «Μικρασιατική Καταστροφή: 50 ερωτήματα και απαντήσεις», των Αγγελου Συρίγου και Ευάνθη Χατζηβασιλείου, το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες ημέρες από τις Εκδόσεις Πατάκη, είναι μια απόπειρα ευσύνοπτης, αλλά ταυτόχρονα συνολικής και κριτικής προσέγγισης της Μικρασιατικής Εκστρατείας και καταστροφής. Προσφέρει βασική πληροφόρηση για τη διαμόρφωση της ελληνικής πολιτικής από το 1914 έως το 1922. Παράλληλα εξηγεί τους στόχους και τις πολιτικές των «άλλων», δηλαδή των μεγάλων δυνάμεων, αλλά και της τουρκικής πλευράς.
Επιπλέον, όπως σημειώνουν οι συγγραφείς, το βιβλίο αναλύει και «τις πνευματικές – πολιτικές στάσεις, τα μεγάλα διλήμματα και τις μεγάλες συζητήσεις που επί τόσον καιρό μαίνονται για την καταστροφή». Ετσι, μεταξύ άλλων συζητούνται: η θέση του μικρασιατικού ζητήματος στη συνολική πολιτική της Μεγάλης Ιδέας, τα πληθυσμιακά δεδομένα των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η νεοτουρκική απόφαση για εξόντωση όλων των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής, ο εθνικός διχασμός και οι επιπτώσεις του, το δίλημμα «Πόλη ή Σμύρνη», το εφικτό ή μη της διατήρησης της Ιωνίας, η Συνθήκη των Σεβρών, τα μεγάλα ερωτήματα για τις εκλογές του 1920 (γιατί τις προκήρυξε ο Βενιζέλος, γιατί τις έχασε, ποια ήταν η πολιτική των αντιβενιζελικών εκείνη την εποχή), οι θέσεις του Μεταξά, το ερώτημα εάν η μικρασιατική εκστρατεία ήταν ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο ρόλος του Α. Στεργιάδη, οι ανθρώπινες απώλειες της καταστροφής, οι πολιτικές συνέπειές της περιλαμβανομένης της Δίκης των Εξι.
Ακολουθεί σε προδημοσίευση ένα ενδεικτικό απόσπασμα:
Ερώτημα 29
Ποια ήταν η διαφορά στη στρατηγική του Βενιζέλου και των αντιβενιζελικών ως προς τη στρατιωτική παρουσία στη Μικρά Ασία;
Από το 1910 (σίγουρα από το 1912) ο Βενιζέλος έδειξε πως είχε μια βασική αρχή στη διεθνή στρατηγική του, που υπαγόρευε τις αποφάσεις του: «ποτέ μόνοι». Βασιζόταν στη συμμετοχή σε μεγάλους διεθνείς συνασπισμούς που θα εξασφάλιζαν στην Ελλάδα μια επικράτηση ανέφικτη με τις δικές της μόνον δυνάμεις. Απέφευγε προσεκτικά τις «μονομαχίες» με αντιπάλους είτε μεγαλύτερους είτε στρατιωτικά ισχυρότερους από την Ελλάδα. Το 1912 μπήκε στον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο στο πλευρό των βαλκανικών χριστιανικών κρατών – εκεί συγκρούστηκε ένας εχθρός (οι Οθωμανοί, ήδη αποδυναμωμένοι μετά τον πόλεμο με την Ιταλία το 1911-12) εναντίον τεσσάρων συμμάχων. Το 1913 φρόντισε ώστε στον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο να αντιμετωπίσει τη Βουλγαρία σε συμμαχία με τη Σερβία, στην οποία ήρθαν κατόπιν να προστεθούν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Ρουμανία – και πάλι, ένας εναντίον τεσσάρων. Το 1914 προσπάθησε να αποφύγει με κάθε τρόπο –ακόμη και αποδεχόμενος εθελούσια ανταλλαγή πληθυσμών στη Μικρά Ασία– μια «μονομαχία» με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Αλλά, μόλις διείδε την προοπτική να μετάσχει στον Μεγάλο Πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ως μέλος ενός τεράστιου διεθνούς συνασπισμού, επιζήτησε αμέσως τη συμμετοχή. Η στρατηγική ήταν σταθερή και διαυγής: ποτέ μόνοι, πάντοτε μαζί με μεγάλες συμμαχίες. Η ίδια κατευθυντήρια αρχή της στρατηγικής του Βενιζέλου –το «ποτέ μόνοι»– εμφανίστηκε και κατά το Συνέδριο της Ειρήνης το 1918-20. Η απόφαση του Βενιζέλου για τη διεκδίκηση της Ιωνίας βασίστηκε στη δυνατότητα της Ελλάδας να εξασφαλίσει ένα ευρύτατο δίκτυο διεθνούς υποστηρίξεως […]
Οι αντιβενιζελικοί ηγέτες δεν ήταν πολιτικά άπειροι ή ανίκανοι. Αλλά δεν είχαν τη διαύγεια του Βενιζέλου και την κατανόηση που είχε εκείνος για τη λειτουργία του διεθνούς συστήματος. Εδειξαν επίσης υπέρμετρη υποχωρητικότητα στον συναισθηματισμό. Δεν αντιλαμβάνονταν την προτεραιότητα να αποφευχθεί η διεθνής απομόνωση της χώρας σε μια τόσο δύσκολη χρονική στιγμή. Και προκάλεσαν αυτή την απομόνωση με την επιμονή τους να φέρουν πίσω τον Κωνσταντίνο, δηλαδή με μια ακόμη παραχώρησή τους στον συναισθηματισμό, ενώ θα μπορούσαν να τον φέρουν και κατόπιν αυτός να αποχωρήσει αμέσως, παραχωρώντας τον θρόνο σε έναν από τους γιους του. Σε κάθε περίπτωση, διολίσθησαν σε μια όλο και πιο δυσμενή κατάσταση, και το πρώτο τρίμηνο του 1921 ανακάλυψαν ότι ήταν μόνοι και έπρεπε να εφαρμόσουν στρατιωτικά τη Συνθήκη των Σεβρών απέναντι σε έναν διαρκώς ισχυροποιούμενο Κεμάλ, του οποίου οι δυνάμεις χάνονταν σαν φαντάσματα πίσω από τον ορίζοντα και επανέρχονταν για να βασανίσουν τους ελληνικούς σχηματισμούς.
Αποφάσισαν λοιπόν να το κάνουν μόνοι, χωρίς διεθνείς συμμαχίες: θα προέλαυναν ώστε να εγκλωβίσουν και να καταστρέψουν τις δυνάμεις του Κεμάλ. Ηταν μια στρατηγική που έβγαζε νόημα στο επίπεδο της θεωρίας, αλλά η δυνατότητα της εφαρμογής της ήταν ένα άλλο ζήτημα: ο ίδιος ο Ιωάννης Μεταξάς, ο σημαντικότερος Ελληνας στρατιωτικός σχεδιαστής της εποχής (και ίσως ένας από τους καλύτερους στον κόσμο εκείνα τα χρόνια), τόνισε ότι η απόφαση αυτή δεν ήταν εφαρμόσιμη με τα παρόντα δεδομένα. Αρνήθηκε να αναλάβει την ηγεσία του στρατού. Και έτσι εξαπέλυσαν την επίθεση, μόνη η Ελλάδα σε ένα αδιέξοδο κυνήγι του φαντάσματος. Δεν είχαν σκοπό να κατακτήσουν και να κρατήσουν όλη την περιοχή στην οποία προέλαυναν, ως τις παρυφές της Αγκυρας. Είχαν ως στόχο να καταστρέψουν τον στρατό του αντιπάλου, ή έστω να πάρουν την Αγκυρα, που ήταν κόμβος των συγκοινωνιών του […]
Η γνώμη των συγγραφέων του παρόντος βιβλίου είναι ότι, ακόμη και εάν κατάφερνε ο στρατός να πάρει την Αγκυρα, ο Κεμάλ και πάλι θα χανόταν και θα συνέχιζε τον αγώνα. Δεν υπήρχε στρατιωτική απάντηση –απάντηση που θα έδινε μόνη της η Ελλάδα– σε εκείνο πλέον το χρονικό σημείο. Δεν υπήρχε στρατιωτική λύση. Κατά την προέλαση του 1921, ο ελληνικός στρατός έκανε ανείπωτες πράξεις αυτοθυσίας και ηρωισμού. Πέρασε ερήμους. Πήρε τα κάστρα του εχθρού απέναντι στην αποφασισμένη, πραγματικά λυσσώδη αντίσταση ενός λαού, του τουρκικού, που αισθανόταν ότι πάλευε για την ύπαρξή του. Αλλά, όσο προχωρούσε ο στρατός τόσο μεγάλωναν οι γραμμές των επικοινωνιών και του εφοδιασμού του. Ηταν πολύ μεγάλο και εχθρικό το πεδίο για να υπάρξει νίκη με την Ελλάδα μόνη της. Σε ένα τέτοιο παιχνίδι ο επιτιθέμενος δεν έχει το πλεονέκτημα, ειδικά όταν είναι διεθνώς απομονωμένος. Ο Ναπολέων έχασε αυτό το παιχνίδι στη Ρωσία το 1812-13. Ο Γούναρης είχε λιγότερες πιθανότητες να το κερδίσει […]
Αλλά δεν είναι μόνον ζήτημα στρατιωτικής ή διπλωματικής στρατηγικής. Είναι και ζήτημα τεράστιων διαφορών στο υψηλότερο επίπεδο, αυτού που καλείται υψηλή στρατηγική. Ο Βενιζέλος ήταν σκληρός, ας το παραδεχθούμε. Προκρίνοντας ένα κρίσιμο πεδίο για να δώσει τη μάχη του, έπαιρνε αποφάσεις που φαίνονται σκληρές σε πολλούς συμπολίτες μας ακόμη και τώρα – στο Μοναστήρι, στην Πόλη, στον Πόντο, στη Βόρεια Ηπειρο. Οπως είπε ο Αλέξης Κύρου, αυτό τον έκανε να φαίνεται να «παίζει» με τμήματα του εθνικού εδάφους «ως να ήσαν απλοί πεσσοί ζατρικίου». Εφθανε στο σημείο να θυσιάζει εδάφη για να πετύχει η στρατηγική του στο κρίσιμο σημείο. Σκληρός, ναι, αλλά ρεαλιστής και αποτελεσματικός ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο.
Οι αντιβενιζελικοί ηγέτες δεν είχαν αυτόν τον σκληρό ρεαλισμό. Ηταν και συναισθηματικοί και ιδεαλιστές. Για τούτο, δεν μπορούσαν να κάνουν τις σκληρές επιλογές. Δεν μπορούσαν να επιλέξουν. Και για τούτο ήταν το χειρότερο που θα μπορούσαν να είναι: ταυτόχρονα και φοβικοί έναντι των διεθνών εξελίξεων, αλλά (μην μπορώντας να επιλέξουν) και μαξιμαλιστές. Απρόθυμοι να κάνουν επιλογές (επώδυνες για κάποιες κοινότητες, αλλά σωτήριες για άλλες), ανήμποροι να κατανοήσουν τις δυναμικές του διεθνούς συστήματος και τελικά χωρίς επαρκή γνώση της λειτουργίας του διεθνούς συστήματος ισορροπίας ισχύος, οι αντιβενιζελικοί προτιμούσαν να προσπαθήσουν το μείζον και τελικά να χάσουν τα πάντα».
Comentarios